"Κανάγιες!
Το ψωμί τής εξορίας με τρέφει. Κουρούνες χτυπούν τα τζάμια της κάμαράς μου. Και σε βασανισμένα στήθη χωρικών βλέπω να δυναμώνει η πνοή που θα σας σαρώσει.
Σήμερα επήρα τα κλειδιά κι ανέβηκα στο ενετικό φρούριο. Επέρασα τρείς πόρτες, τρία πανύψηλα, κιτρινωπά τείχη, με ριγμένες επάλξεις. Όταν βρέθηκα μέσα στον εσωτερικό, τρίτο κύκλο, έχασα τα ίχνη σας. Κοιτάζοντας απο τις πολεμίστρες, χαμηλά, τη θάλασσα, την πεδιάδα, τα βουνά, ένιωσα τον εαυτό μου ασφαλή. Εμπήκα σ' ερειπωμένους στρατώνες, σε κρύπτες όπου είχαν φυτρώσει συκιές και ροδιές. Εφώναξα στην ερημία. επερπάτησα ολόκληρες ώρες σπάζοντας μεγάλα, ξερά χόρτα. Αγκάθια κι αέρας δυνατός κολλούσαν στα ρούχα μου. Με ήβρε η νύχτα..."
Κ. ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ
Απο "Τα τελευταία κείμενα")
(Ά, ρε Κώστα Καρυωτάκη, πόσο αληθινός υπήρξες και πόσο μεγάλος ποιητής και μέσα στα ολιγόλογα πεζά σου παραμένοντας πάντα επίκαιρος).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου