Το τρίτο και τελευταίο μέρος της ανάλυσης του Μάριου Κωστάκη, περί εθνών, κομματικών σχηματισμών και πολιτών. Όπως διαπιστώνετε, στο κείμενο αυτού του πολιτικού επιστήμονα γίνεται λόγος για νέα μοντέλα διακυβέρνησης, καινούργια πολιτειακά και πολιτικά σχήματα ενδεχομένως και μεταεθνικού χαρακτήρα. Αρκετά πράγματα πιστεύουμε πως εξηγούνται για την προϊούσα αποδόμησι του εθνικού χαρακτήρα του κράτους στην πατρίδα μας.
ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ
Οι κυριότερες μορφές συνομαδώσεων που κυριάρχησαν στην ιστορία ως βασικοί κοινωνικοί και πολιτικοί θεσμοί, ειδικά τους δύο τελευταίους αιώνες, τα έθνη και τα κόμματα, παρουσιάζουν στοιχεία κόπωσης ήδη από τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα.
Τα κόμματα αντιμετωπίζουν την προϊούσα συρρίκνωση του κοινού στο οποίο μπορούν να απευθύνονται. Οι άνθρωποι απομακρύνονται από την πολιτική τουλάχιστο με τη μορφή του κομματικού ανταγωνισμού στα πλαίσια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Πρόκειται για γενικότερο κοινωνικό φαινόμενο που σχετίζεται με την αλλοτρίωση και την αποστασιοποίηση που δημιουργεί μια ολοένα και πιο πολύπλοκη κοινωνία η οποία έχει συνδέσει την χωρίς όρια οικονομική ανάπτυξη με τον ατομικισμό. Αναμενόμενο είναι οι συλλογικότητες να φθίνουν.
Στην προσπάθειά τους να απαντήσουν στην πρόκληση αυτή τα ίδια τα κόμματα έχουν μεταβληθεί: επιδιώκουν μέσα από την πολυσυλλεκτικότητα να ενσωματώσουν όσο το δυνατό περισσότερα αιτήματα, ανεξάρτητα από το πόσο ετερόκλητα είναι αυτά, με στόχο να αυξήσουν την πελατεία τους. Έχουν έτσι χάσει τη σημασία τους τα ιδεολογικά επιχειρήματα που προέβαλαν στο παρελθόν και που τα χρησιμοποιούσαν ως όπλα σε ένα πραγματικό, τότε, αγώνα αντιπαράθεσης. Το αποτέλεσμα είναι οι πολιτικές να συγχέονται μεταξύ τους και οι πολίτες να θεωρούν «όλους ίδιους» και να αποδοκιμάζεται η πολιτική ως μία δαπανηρή αλλά ανώφελη διαδικασία που δεν μπορεί να φέρει αλλαγές σε καμία κατεύθυνση.
Τα έθνη βρίσκονται επίσης σε κρίση. Εννοείται, βεβαίως εδώ, τα «δυτικά» έθνη, τα οποία από τη μια πλευρά έχουν ολοκληρωθεί ως εδαφικές και κρατικές οντότητες και απ’ την άλλη οι κοινωνίες τους έχουν στραφεί μονομερώς προς την οικονομική προσπάθεια, η οποία επιδιώκει την παγκοσμιοποίηση, υπακούοντας τυφλά στα κελεύσματα της αγοράς και κάνει τα έθνη – κράτη να φαίνονται σαν απολιθώματα.
Η πραγματικότητα αυτή είναι πολύ διαφορετική για τον υπόλοιπο κόσμο. Ακόμη και στην Ευρώπη (έστω και «ανατολική», π.χ. Βοσνία) ζούμε μια αναβίωση του έθνους και του εθνικισμού.
Στις δυτικές κοινωνίες πάντως το κλίμα της γενικευμένης αμφισβήτησης, της απομυθοποίησης, του πλουραλισμού και της διαρκούς προβολής του κοσμοπολιτισμού έχει φθείρει την έννοια του έθνους και την απήχηση των εθνικισμών. Την πρωτοβουλία στον τομέα αυτό, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο έχει μια ανορθόδοξη πολιτική και κοινωνική συμμαχία μεταξύ αριστερών οπαδών των δικαιωμάτων και φιλελευθέρων δυνάμεων της αγοράς.
Τα έθνη, τα κόμματα και κάθε άλλη συνομάδωση του παρόντος για να επιζήσουν στο μέλλον θα πρέπει είτε να προσαρμοστούν είτε να μεταλλαχθούν.
Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να αναμένουμε ολοκληρωτική εξαφάνιση των συνομαδώσεων και της συλλογικότητας στις συμπεριφορές. Όχι μόνο κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε ένα εφιαλτικό κόσμο ολοκληρωτικής ιδιωτείας, αλλά όπως είδαμε σε προηγούμενα σημεία, θα ήταν αντίθετο με την συνήθη ανθρώπινη συμπεριφορά και φύση, τουλάχιστο όπως τη γνωρίζουμε μέχρι τώρα.
Μπορούμε, μέσω των σημερινών τάσεων, να διερευνήσουμε (ενδεχομενικά) τις μελλοντικές εξελίξεις.
Η παρακμή των εθνικών κρατών μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερες ενότητες, όπως διαφαίνεται σήμερα για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι αμφισβητήσιμο, όμως, κατά πόσο θα καταστεί δυνατή μία ταυτότητα για όλη την Ευρώπη. Γιατί μόνο τότε θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ένα νέο ομογενοποιημένο κοινωνικό σχηματισμό, μία συνομάδωση. Διαφορετικά θα παραμείνει αυτό που είναι σήμερα, ένας οικονομικός συνεταιρισμός μεγάλης κλίμακας.
Ακόμη περισσότερο απίθανη είναι η εκδοχή του S. Huntington που αναφέρεται στο βιβλίο του «Η σύγκρουση των πολιτισμών». Η προσδοκία ότι τόσο μεγάλα ανθρώπινα σύνολα όσο οι «πολιτισμοί», θα ενοποιηθούν, αγνοεί επιπόλαια τις μεγάλες αντιθέσεις στο εσωτερικό τους.
Η αντίστροφη τάση για σύνολα μικρότερα του έθνους – κράτους δείχνει ισχυρότερη. Πρόκειται για μία μορφή τοπικισμού σε περιφερειακό επίπεδο (Regionalism) η οποία κατά περίπτωση θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε ως εθνικισμό μικρής κλίμακας ή όψιμο εθνικισμό. Σε πολλές περιοχές της Ευρώπης (π.χ. Σκωτία, Ουαλία, Χώρα των Βάσκων, Καταλωνία, Βρετάνη, Βαλωνία, Φλάνδρα) εμφανίζεται ένα ενδιαφέρον από μεγάλα τμήματα του πληθυσμού για τον τοπικό πολιτισμό, την τοπική γλώσσα ή διάλεκτο, τις τοπικές ιδιαιτερότητες και την ταυτότητα. Δεν θα πρέπει να υποτιμήσουμε, λοιπόν, το ενδεχόμενο μίας Ευρώπης των περιφερειών αύριο και ενός κόσμου των περιφερειών μεθαύριο.
Σε ακόμη μικρότερη κλίμακα εμφανίζεται η κίνηση υπέρ της διαβίωσης σε μικρές κοινότητες (Κοινοτισμός). Παρόλο που στους χώρους της διανόησης βρίσκει πολλούς οπαδούς, που την βλέπουν σαν πιθανή λύση στα προβλήματα των χαοτικών μεγαλουπόλεων, είναι μάλλον ουτοπική αφού οι εξελίξεις στις οποίες ανθίσταται είναι τετελεσμένες και μη αντιστρεπτές.
Η υποχώρηση των κομμάτων επέτρεψε σε άλλους κοινωνικούς σχηματισμούς να δημιουργηθούν. Εμφανίστηκαν νέα κόμματα με αιτήματα που ξέφευγαν από τους συνηθισμένους άξονες: π.χ. οικολογικά, φεμινιστικά. Σύντομα όμως, έγινε αντιληπτό ότι και αυτά εισπράττουν σε μεγάλο βαθμό την αποξένωση και αποχή από την πολιτική.
Περισσότερη τύχη στη Δύση, φαίνεται ότι θα έχουν τα «μονοθεματικά» νέα κοινωνικά κινήματα. Πρόκειται για κινήματα αυτοπεριοριζόμενα σε ένα θέμα – αίτημα με κοντινό συνήθως χρονικά και τοπικά ορίζοντα (π.χ. η απαγόρευση των αμβλώσεων). Τα κινήματα αυτά καταφέρνουν να συγκεντρώσουν το ενδιαφέρον πολλών πολιτών, αλλά λόγω της περιορισμένης τους εμβέλειας, δεν μπορούν να παράγουν ιδεολογία, να δημιουργήσουν ταυτότητα και να διαρκέσουν.
Ίσως οι εξελίξεις να είναι ακόμη περισσότερο «εξωτικές». Ο άνθρωπος του 21ου αιώνα μπορεί να αισθάνεται και να ανήκει ιδεολογικά και υπαρξιακά σε ένα σχηματισμό που θα αναφέρεται αποκλειστικά στην εταιρεία που εργάζεται. Τέτοια φαινόμενα έχουν ήδη ξεκινήσει στην Ιαπωνία όπου οι εργαζόμενοι ζουν σε συνοικίες της εταιρείας, αγοράζουν από τα καταστήματά της, παρακολουθούν τα θεάματά της, ντύνονται με τη μόδα που έχει καθιερώσει κ.λ.π. Ή, σε διαφορετική περίπτωση, ο νεαρός κάτοικος της μεγαλούπολης μπορεί να ταυτίζεται με την συμμορία της συνοικίας του μέσα στην οποία μεγάλωσε.
Όποια μορφή και αν πάρουν οι συνομαδώσεις των ανθρώπων στο μέλλον δεν φαίνεται πιθανό ότι θα ξεφύγουν από το πλαίσιο των αρχικών διαπιστώσεων του άρθρου.
Μάριος Κωστάκης
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου