Εκτός, λοιπόν, από τα 2400 χρόνια από την γέννησι του Αριστοτέλη (βλ. και παγκόσμιο «Έτος Αριστοτέλους») και τα 20 χρόνια από τον θάνατο του Ελύτη, το εφετινό In-Country Πρόγραμμα θα κάνει τιμητικές αναφορές σε τουλάχιστον δύο ακόμα λογοτεχνικές επετείους: Τα 20 χρόνια από τον θάνατο του Γιώργου Βαφόπουλου και τέλος τα 30 χρόνια από τον θάνατο του Παντελή Πρεβελάκη.
Κι αν η εν λόγω αναφορά φαντάζει κάπως επιλεκτική, συμβαίνει διότι ...όντως είναι!
Και οι δύο εν λόγω ποιητές, ο Γευγελιώτης Γ. Βαφόπουλος (1903-1996) και ο Ρεθυμνιώτης Παντελής Πρεβελάκης (1909-1986) μάς έγιναν ιδιαιτέρως γνωστοί κι αγαπητοί (στον υπογράφοντα διαχειριστή του Νέου Παλαμήδη και στον Γιώργο Φραντζή, σήμερα νεοελληνιστή καθηγητή Πανεπιστημίου Darwin) από τις πανεπιστημιακές ήδη σπουδές μας στην Αθήνα και μάλιστα από τιμητικές εκδηλώσεις και σεμινάρια εκείνων των χρόνων.
Στο Νεοελληνικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής όπου είχαμε την χαρά και την τιμή να εμβαπτισθούμε στα νάματα της Νεοελληνικής Ποίησης από τα χέρια τού τότε καθηγητή Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Καρυοφίλη Μητσάκη.
Ο διαπρεπής καθηγητής και μετέπειτα φίλος μας Κάρολος Μητσάκης (με λαμπρές σπουδές σε Αγγλία και ΗΠΑ, δίδαξε Φιλολογία στην Ελλάδα και αλλού, ως καθηγητής της Νεοελληνικής Φιλολογίας, διέπρεψε και στον χώρο της Βυζαντινής-Μεσαιωνικής Φιλολογίας όσο και της Νεοελληνικής Φιλολογίας αναδεικνυόμενος σε κορυφαίο ελληνιστή με πλούσια συγγραφική και όχι μόνο δράσι) έφυγε ξαφνικά από κοντά μας πριν τρία χρόνια.
Δεν προλάβαμε να του εκφράσουμε όσο έντονα θα έπρεπε την ευγνωμοσύνη μας για ό,τι μας δίδαξε κι ακόμη περισσότερο για όσα μας ενέπνευσε.
Άς είναι λοιπόν η σημερινή πρόχειρη αναφορά (και στην προγραμματιζόμενη ποιητική βραδιά στο Πρόγραμμά μας) ελάχιστο άναμμα λιβανιού στην μνήμη του...
.......................................................
ΕΙΚΟΣΙ ΧΡΟΝΙΑ
Γ. Θ. Βαφόπουλος (1903-1996)
1. Ο χρόνος και το ξύλο
Το ξύλο τούτο, που στα χέρια σου ζυγιάζεται,
λέγεται σήμερα μπαστούνι. Χθες: κλωνάρι.
Αύριο θα λέγεται καυσόξυλο ή κάτι τέτοιο.
Όμως, πριν απ' της γης τον κόλπο στον αέρα πεταχθεί,
ήτανε γη κι' αέρας. Κι' όταν στάχτη γίνει,
αέρα και γη πάλι θάναι. Σήμερα είναι ράβδος:
Υποκατάστατο, κατά περίπτωση, του λόγου.
Το ξύλο τούτο, που έχει αλλάξει τόσα ρούχα,
το κατοικεί μια μνήμη, που όλο γύρους φέρνει:
Θυμάται το ταξίδι του μες στον αέρα,
το σύρσιμο μες στα βαθιά της γης λαγούμια,
το ρίγος του κορμιού απ' το μήνυμα της άνοιξης.
Και δεν ξεχνά κάτι νυχτερινά καμώματα
και τα σοφά χαϊδέματα της πλάτης σου.
Το ξύλο τούτο είναι, επί τέλους, ένα ξύλο:
Ένα μικρό καρότσι φορτωμένο μνήμες.
Όμως εσύ είσαι κάτι παραπάνω από ένα ξύλο:
Είσαι ο σωρείτης των στιγμών του παρελθόντος,
που μέσα τους όχι μονάχα οι μνήμες κατοικούνε,
μα κ' η συνείδησή τους, που τις κάμνει να στοχάζονται.
Είσαι ο πυκνός πυρήνας, όπου κατοικεί το μέλλον:
Ένας συσσωρευτής ενδεχομένων γεγονότων,
που είναι κατάφορτα από μνήμες αδοκίμαστες.
Είσαι το παρελθόν. Είσαι το μέλλον.
Είσαι το σπέρμα του μέλλοντος, που φύτεψε το παρελθόν
και φύτρωσε μέσα στον κήπο του παρόντος.
Είσαι ένα δέντρο φορτωμένο μνήμες: γνωστές κι' άγνωστες.
Είσαι, δεν είσαι. Κι' όμως είσαι το παρόν:
Το άπειρα ελάχιστο άτομο, που εντός του χώρεσε
το μέγιστο: τον αδιαίρετο κι' άπειρο χρόνο.
Έχεις συλλογιστεί του ατόμου τούτου τη διάσπαση;
[Από τη συλλογή Η μεγάλη νύχτα και το παράθυρο (1959)]
Το ξύλο τούτο, που στα χέρια σου ζυγιάζεται,
λέγεται σήμερα μπαστούνι. Χθες: κλωνάρι.
Αύριο θα λέγεται καυσόξυλο ή κάτι τέτοιο.
Όμως, πριν απ' της γης τον κόλπο στον αέρα πεταχθεί,
ήτανε γη κι' αέρας. Κι' όταν στάχτη γίνει,
αέρα και γη πάλι θάναι. Σήμερα είναι ράβδος:
Υποκατάστατο, κατά περίπτωση, του λόγου.
Το ξύλο τούτο, που έχει αλλάξει τόσα ρούχα,
το κατοικεί μια μνήμη, που όλο γύρους φέρνει:
Θυμάται το ταξίδι του μες στον αέρα,
το σύρσιμο μες στα βαθιά της γης λαγούμια,
το ρίγος του κορμιού απ' το μήνυμα της άνοιξης.
Και δεν ξεχνά κάτι νυχτερινά καμώματα
και τα σοφά χαϊδέματα της πλάτης σου.
Το ξύλο τούτο είναι, επί τέλους, ένα ξύλο:
Ένα μικρό καρότσι φορτωμένο μνήμες.
Όμως εσύ είσαι κάτι παραπάνω από ένα ξύλο:
Είσαι ο σωρείτης των στιγμών του παρελθόντος,
που μέσα τους όχι μονάχα οι μνήμες κατοικούνε,
μα κ' η συνείδησή τους, που τις κάμνει να στοχάζονται.
Είσαι ο πυκνός πυρήνας, όπου κατοικεί το μέλλον:
Ένας συσσωρευτής ενδεχομένων γεγονότων,
που είναι κατάφορτα από μνήμες αδοκίμαστες.
Είσαι το παρελθόν. Είσαι το μέλλον.
Είσαι το σπέρμα του μέλλοντος, που φύτεψε το παρελθόν
και φύτρωσε μέσα στον κήπο του παρόντος.
Είσαι ένα δέντρο φορτωμένο μνήμες: γνωστές κι' άγνωστες.
Είσαι, δεν είσαι. Κι' όμως είσαι το παρόν:
Το άπειρα ελάχιστο άτομο, που εντός του χώρεσε
το μέγιστο: τον αδιαίρετο κι' άπειρο χρόνο.
Έχεις συλλογιστεί του ατόμου τούτου τη διάσπαση;
[Από τη συλλογή Η μεγάλη νύχτα και το παράθυρο (1959)]
2. «Ο Χρόνος»
Ο χρόνος είναι πρόφαση για ποίημα. Ή
ο χρόνος είναι κάτι τι για σκότωμα. Ή
ο χρόνος είναι εφημερίδα στο Παρίσι.
Όμως μπορεί νά ‘ναι και χρήμα!
«Ο χρόνος και το ψάρι» / Η μεγάλη νύχτα και το παράθυρο
........
ΤΡΙΑΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ
Παντελής Πρεβελάκης (1909-1986)
1.
ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ
Την πρώτη φορά που τη φίλησα,
Ήταν στο όνειρο μέσα.
Στεκόμασταν στο πρωινό τ’ ακρογιάλι
Κι απ’ την κορφή της όρθιας θάλασσας,
απ’ τα ψηλά και ουρανικά ακρογιάλια,
έσκυφτεν η μητέρα μου και μάς κοίταζε.
Το μυστήριο της ζωής εκατέβηκε
ώς τη βαθύτερη ρίζα τού είναι μου.
Και πια ποτέ δέν τη φίλησα
χωρίς να γίνει πρωί στην ψυχή μου,
χωρίς να περάσει πάν΄απ’ τη θάλασσα
το αθάνατο βλέμμα.
(Η Γυμνή Ποίηση)
2.
ΑΠΟΘΕΩΣΗ
Δεν με τρομάζουν οι χαράδρες,
με τρομάζει η σκόνη της πολιτείας.
Τούτο το ανάστημα το χρωστούμε
στην ευγένεια της ποίησης.
Ό,τι φτάνει ίσαμε δώ
είναι από το βασίλειο της φλόγας,
από την ώρα που πιάνουνται τα παιδιά
κι αποχωρίζουνται τ’
άστρα από τα συστήματα.
Ο χρόνος είναι παράδοξος.
ακούεις τη μουσική του;
Όταν σκάζει η καρδιά σου σα ρόγδι,
μέμνησο πως είσαι θεός!
(Η Πιο Γυμνή Ποίηση)
3.
`…Τ’ ανθρώπινα πια δε με σκιάζουνε,
και την ψυχήν μου τη νιώθω γυρισμένη
σαν τεράστιο καθρέφτη προς τον ήλιο,
όπου γράφουνται σύννεφα, πουλιά που διαβαίνουν,
τ’ αγεραύλακα από τους δρόμους της αποδημίας,
τα πεφτάστερα, οι κομήτες κ’ οι συρμές τους,
κ΄η στάχτη από τα συστήματα που καίγουνται!
(Η Γυμνή Ποίηση, ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑ, 1939)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου