Ένα από τα κείμενα που προσέξαμε αυτές τις μέρες και θέλαμε να αναδημοσιεύσουμε, αναρτούμε σήμερα. Ένα κείμενο με την βαριά υπογραφή του Χρήστου Γιανναρά, το οποίο αναφέρεται στην ανεπάρκεια του σημερινού πρωθυπουργού. Για τον «λίγο» -ή «ολίγιστο» όπως γράφει ο Γιανναράς- πολιτικό μας ηγέτη (μία από τα ίδια άλλωστε στην μακρά σειρά νεοελλήνων πρωθυπουργών-πολιτικών νάνων) έχουμε κι εμείς σοβαρές επιφυλάξεις που έχουν στο παρελθόν φθάση και μέχρι την σχεδόν μετά βδελυγμίας απόρριψί του, τότε που ο μπαμπάς του τον είχε τοποθετήση, [μάλιστα, αυτόν τον ανελλήνιστο], Υπουργό Εθνικής (τότε!) Παιδείας. Και τώρα εσχάτως θέλουμε να πούμε πολλά, ειδικά για την υποκριτική του (ναι, έτσι πιστεύουμε) χρήσι στους όρους «έθνος», «εθνικός», «πατρίδα» και «πατριωτισμός», αλλά καλύτερα να αφήσουμε τον καθηγητή και μεγάλο ελληνορωμιό στοχαστή [που, ούτως ή άλλως, σε πολλά σημεία μας καλύπτει] να ακουσθή:
Τι σημαίνει «ολίγιστος»
Ο επιθετικός προσδιορισμός «ολίγιστος», που οι πολίτες αποδίδουμε στον σημερινό πρωθυπουργό της Ελλάδας, συνιστά κριτική αποτίμηση, συγκριτική ετυμηγορία εμπειρική. Οχι εμπαθή λεκτική υπερβολή, όχι χλεύη.
Ο χαρακτηρισμός συνάγεται από γεγονότα, συμπεριφορά (δημόσια) ευδιάκριτη και στοιχεία δηλωτικά ατομικής ιδιαιτερότητας.
Από τα γεγονότα θα μπορούσε κανείς να θυμίσει, ενδεικτικά, κάποια πρόσφατα και κοινής προφάνειας: Την προεκλογική διαβεβαίωση του σημερινού πρωθυπουργού ότι «λεφτά υπάρχουν» και, επομένως, η παροχολογία που συγκροτούσε το τάχα και πολιτικό του πρόγραμμα, ήταν αξιόπιστη. Ξέρουμε ότι ήξερε, ενημερωμένος έγκαιρα τουλάχιστον από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, την ακάθεκτα επερχόμενη χρεοκοπία. Την απέκρυψε από τον λαό, διέψευδε τις πανικόβλητες ομολογίες του προκατόχου και αντιπάλου του, μόνο για να ψηφοθηρήσει. Ηταν συμπεριφορά ανεύθυνου πολιτικάντη, ανθρώπου ολίγιστης ευσυνειδησίας.
Παρ’ όλα αυτά, για τους πολίτες που έβλεπαν το επί δεκαετίες όργιο της κομματικής κραιπάλης (τα κατά συρροήν οικονομικά εγκλήματα των κυβερνήσεων Ανδρέα Παπανδρέου, Κων. Μητσοτάκη, Κων. Σημίτη, Κων. Καραμανλή του βραχέος), η εξαγγελία ότι «λεφτά υπάρχουν» μπορούσε ενδεχομένως να έχει ρεαλιστικό αντίκρισμα: Με δραστικές, αμείλικτες περικοπές στις ξέφρενες σπατάλες του κομματικού κράτους (και χωρίς να θιγεί στο παραμικρό το κοινωνικό κράτος) η οικονομία ήταν δυνατό να νοικοκυρευτεί.
Αν διαλύονταν μεθοδικά οι απειράριθμες εταιρείες του Δημοσίου με τη χρυσοπληρωμένη (κομματική) στελέχωση.
Αν απολύονταν οι (κομματικές) στρατιές των «ειδικών συμβούλων» στα υπουργεία, όπως και όλοι οι διορισμένοι στο Δημόσιο με πονηρές παρακάμψεις του ΑΣΕΠ τα τελευταία χρόνια.
Αν αναλαμβανόταν τίμιος έλεγχος του «πόθεν έσχες» σε εργολήπτες του Δημοσίου, προμηθευτές νοσοκομείων και Ενόπλων Δυνάμεων, εφοριακούς, υπαλλήλους Πολεοδομίας – και κατάσχονταν περιουσίες.
Αν στήνονταν, κατά απόλυτη προτεραιότητα, θεσμοί κρίσης, αξιολόγησης και ιεραρχικής διαβάθμισης των δημοσίων υπαλλήλων για να ενεργοποιηθεί η κρατική παραγωγικότητα. Και πολλά άλλα ανάλογα, του κοινού νου.
Τότε, ίσως να μη χρειαζόταν καν δανεισμός και πάντως η δανειοληπτική αξιοπιστία της χώρας θα ήταν διαφορετική.
Αλλά ο σημερινός πρωθυπουργός προτίμησε να εγκαταλείψει ανεμπόδιστη την εσωτερική, οικονομική και κοινωνική κατρακύλα: άρχισε να περιφέρεται από χώρα σε χώρα, στις αυλές των ισχυρών, διαφημίζοντας το τεράστιο χρέος της χώρας, την πλαστότητα κρατικών προϋπολογισμών και στατιστικών στοιχείων, σε ποιους; Μα σε αυτούς που τους εκλιπαρούσε να μας δανείσουν επιπρόσθετα και στους εκτιμητές της δανειοληπτικής αξιοπιστίας μας.
Εδινε την εντύπωση ότι θεληματικά τους προκαλούσε να μεγεθύνουν στο έπακρο την απαξίωση της χώρας και τη δική τους τοκογλυφική απληστία. Για πρώτη φορά από ιδρύσεως ελλαδικού κράτους, το όνομα των Ελλήνων εξευτελίστηκε και διασύρθηκε σε τέτοιο βαθμό, σε διεθνή κλίμακα. Από πρωθυπουργό ολίγιστο.
Στην περίπτωση αυτή η λέξη «ολίγιστος» προσέλαβε, εκ των πραγμάτων, και σημασίες πέραν του ανεπαρκούς ή ανίκανου.
Διότι, όταν ένας πρωθυπουργός, πρώτον: παραιτείται εξ αρχής από κάθε απόπειρα να αντιπαλέψει τη χρεοκοπία με τομές μεταρρυθμιστικές, δεύτερον: περιφέρεται στα παλκοσένικα της διεθνούς δημοσιότητας ξεγυμνώνοντας τις πομπές της χώρας του, τρίτον: επαιτεί να συνεχιστεί ο δανεισμός του υπερχρεωμένου κράτους του με όποιους όρους κι αν θέσουν οι τοκογλύφοι – τότε δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν: ΄Η να δυσλειτουργούν οι νοητικές του ικανότητες ή να εκτελεί διατεταγμένη υπηρεσία.
Από το δεύτερο υποθετικό ενδεχόμενο ξεκινούν τα φανταστικά και αναπόδεικτα, αλλά τετράγωνης λογικής σενάρια: Οτι η χρεοκοπημένη Ελλάδα είχε έγκαιρα εντοπιστεί ως «αδύναμος κρίκος» για μια μεθοδική επίθεση του δολαρίου στο ευρώ και στις οικονομίες των χωρών της Ευρωζώνης. Και ο ολίγιστος ΓΑΠ είχε επίσης έγκαιρα επιλεγεί ως ο πλέον «εύχρηστος» πρωθυπουργός για να οδηγήσει πειθήνια τη χώρα σε παραίτηση από την εθνική της κυριαρχία, καθιστώντας το ΔΝΤ έμμεσο ρυθμιστή των οικονομιών της Ευρωζώνης.
Τέτοια σενάρια μένουν συνήθως αναπόδεικτα – το «τέλειο έγκλημα» στις διεθνείς σχέσεις μοιάζει πολύ ευκολότερο (και συχνότερο) από όσο στα ποινικά χρονικά. Ο ολίγιστος ευθύνεται μόνο για παραπτώματα: ολιγωρία, ανευθυνότητα, ανικανότητα. Την Κερκόπορτα, για να μην εισβάλει η «τρόικα» και λεηλατήσει τη ζωή μας, δεν τη φύλαξε κλειστή. Κανένας, όμως, δεν μπορεί να αποδείξει ότι προσυνεννοημένα την άνοιξε στους γύπες.
Σίγουρα κληρονόμησε συντελεσμένη χρεοκοπία. Αν είχε έστω και την ελάχιστη πρόθεση να την αντιπαλέψει, θα συγκροτούσε κυβέρνηση με πρόσωπα ικανά να τιθασεύσουν τη συμφορά, ανθρώπινη ποιότητα από οποιονδήποτε πολιτικό και κοινωνικό χώρο. Δεν θα έδινε προτεραιότητα στην επίδειξη κομματικής «ανανέωσης», δεν θα πρόσφερε υπουργεία σε φιλαράκια απόφοιτους περιώνυμων πανεπιστημίων για το μεταπτυχιακό τους stage. ΄Η πραγματικά αγνοούσε τι παρελάμβανε ή το γνώριζε και αντέδρασε σαν ψιλικατζής κομματάρχης. Και τα δύο ενδεχόμενα δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό «ολίγιστος».
Τα μειονεκτικά στοιχεία ατομικής ιδιαιτερότητας (εμφάνιση, εκφραστική δυνατότητα, αμήχανος μιμητισμός του πατρικού αρχηγικού προτύπου, νοοτροπία απόδημου ή και αλλοδαπού που καταφανώς απαξιώνει τα εντόπια – και όσα άλλα κατά προτεραιότητα συζητούνται από τους δηκτικούς Νεοέλληνες) δεν είναι επιτρεπτό να καταλογίζονται στον σημερινό πρωθυπουργό. Είναι στοιχεία που προϋπήρχαν και οι ψηφοφόροι του τα αγνόησαν, στοιχεία ανάλογα με τις μουσολίνιες πόζες ή τις κωμικές, τάχα αρχηγικές, τσιρίδες και υψωμένες γροθίτσες προγενέστερων πρωθυπουργών.
Το πολιτικό προσωπικό στην Ελλάδα δεν ανανεώνεται, αντλείται από τα πιο υποβαθμισμένα και ανυπόληπτα κοινωνικά στρώματα (συνδικαλιστές, κομματικές νεολαίες, γόνους επαγγελματιών της πολιτικής), η ψήφος των πολιτών είναι παγιδευμένη σε επιλογές ντροπής ή απελπισίας. Και το ενδεχόμενο να αρχηγεύουν ακόμα και οι ολίγιστοι, γίνεται αυτονόητα ανεκτό.
Αν η τρέχουσα κρίση, το εφιαλτικό φάσμα πείνας εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων και ο διεθνής εξευτελισμός της αξιοπρέπειας των Ελλήνων λειτουργήσουν σαν καταλύτης κοινωνικής αφύπνισης (πράγμα μάλλον απίθανο), τότε ο όνομα των Παπανδρέου θα ηχεί για τους πολλούς όπως το όνομα των Γλύξμπουργκ. Και ο σημερινός ολίγιστος πρωθυπουργός του «μνημονίου» θα εγκαταλείψει νύκτωρ τη χώρα. Τέτοιες εκπλήξεις, οσοδήποτε απίθανες, έχουν ξανασυμβεί στην Ελλάδα.
Χρήστος Γιανναράς
(ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 4/7/2010)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου