[ Πρωθύστερο σχόλιο:
Καθόλου ...επαγγελματικό εκ μέρους μου:
Την τελευταία φορά που το διάβαζα στην τάξι, προηγούμενο μάθημα Λογοτεχνίας Β΄ Λυκείου, πόσο με συγκίνησε! Εκείνα τα ατελείωτα 4-5΄΄ στους δύο τελευταίους στίχους που υγράνθηκαν τα μάτια μου κι έχασα την φωνή μου…]
“Ονόματα”
Ελίζα ήταν τ’ όνομά της μόνο για λίγες εβδομάδες
τότε που ήταν μωρό.
Ελίζα, Λίλη. Σύντομα της το άλλαξαν σε Λιλ.
Κατόπιν, στο φούρνο που δούλευε, έγινε η δεσποινίς Στιούαρτ
και ύστερα «αγάπη μου» «λατρεία μου», μητέρα.
Στα τριάντα της που χήρεψε ξαναγύρισε στη δουλειά
ως κυρία Χαντ. Εντωμεταξύ η κόρη της μεγάλωσε,
παντρεύτηκε και γέννησε ένα παιδί.
Τώρα πια ήταν η γιαγιά.
«Όλοι με φωνάζουν γιαγιά» έλεγε στους πελάτες.
Και πράγματι έτσι τη φώναζαν οι φίλοι, οι καταστηματάρχες
της γειτονιάς και ο γιατρός της.
Στο θάλαμο γερόντων στο νοσοκομείο
συνήθιζαν να φωνάζουν τους ασθενείς με τα μικρά τους ονόματα.
Τους είπαμε: «Λιλ» ή «Γιαγιά».
Αλλά κανένα από αυτά τα ονόματα
δεν ήταν στο φάκελό της.
Κι έτσι σ’ αυτές τις τελευταίες μέρες της, της πίκρας και της ανημποριάς,
ξανάγινε για μια και τελευταία φορά η Ελίζα.
Wendy Cope
(Η μετάφρασι ως έχει στο βιβλίο της Β' Λυκείου "Έκθεση-Έκφραση Β Τεύχος" σ. 75)
.........................................................................
Είχα 10 χρόνια να κάνω ανάρτησι στο ιστολόγιο για την «Γιορτή της Γυναίκας»! Τότε ήταν Σάββατο (8 Μαρτίου 2014). Σήμερα Παρασκευή, το είχα υπ’ όψιν μου, αλλά όλη μέρα δεν πρόλαβα. Κι ας είχα αποφασίσει εγκαίρως για το θέμα...
Ξένος, είπα, ο εορτασμός ξένο και το επιλεγμένο ποίημα. Της Αγγλίδας ποιήτριας Wendy Cope.
Αργά, το βράδυ βρήκα και το πρωτότυπο. Μια άλλη ιστοσελίδα αγγλιστί σχολίασε:
“...The poem is an understated tribute to the courage of an ordinary woman...”
NAMES
She was Eliza for a
few weeks
when she was a baby –
Eliza Lily. Soon it
changed to Lil.
Later she was Miss Steward in the baker’s
shop
And then ‘my love’, ‘my darling’, Mother.
Widowed
at thirty, she went back to work
As Mrs Hand. Her daughter grew
up,
Married and gave birth.
Now she was Nanna.
‘Everybody
Calls me Nanna,’ she would say to visitors.
And
so they did – friends, tradesmen, the doctor.
In the geriatric
ward
They used the patients’ Christian names.
‘Lil,’
we said, ‘or Nanna,’
But it wasn’t in her file
And
for those last bewildered weeks
She was Eliza once again.
Wendy Cope
(“Serious Concerns”, Faber and Faber 1992)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου