Σας έχω 'πει πως θεωρώ την λέξι "κάλαντα" ελληνικής ετυμολογίας, προφανώς ιταλολατινικό γλωσσικό αντιδάνειο; (Άσχετο, αλλά δεν πρόκειται να το επιχειρηματολογήσω επι του παρόντος…)
Εν πάσει περιπτώσει, επειδή διαπιστώνω πως στο Ιστολογιο δεν υπάρχουν Πρωτοχρονιάτικα αλλά μόνο Χριστουγεννιάτικα, επιχειρώ να καλύψω τώρα το κενό. Αναρτώντας απο τα διάφορα Κάλαντα της Πρωτοχρονιάς, κάποια από τα παραδοσιακά μικρασιάτικα ante 1922, και τα post 1922 “προσφυγικά κάλαντα”, έτσι για να μην χάσουμε και την επετειακότητα της εκατονταετηρίδος…
Και πράγματι, {νά 'ναι καλά η υπογεννητικότητα, η Παγκοσμιοποίησι κι ο συστηματικός αφελληνισμός της ελλαδικής κοινωνίας μας}, εφέτος στο σπίτι τα κάλαντα ούτε τ’ ακούσαμε κι ούτε μας τά 'παν άλλοι…
Χωρίς άλλα σχόλια.
Μόνο με ολόψυχες προς όλους ευχές για
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ (με Ειρήνη, Υγεία κι Ευλογία) !
................................................................
Μικρασιατικά κάλαντα της Πρωτοχρονιάς
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά κι αρχικαλός μας χρόνος!
Κι αρχή που βγήκε ο Χριστός στη γη να περπατήσει.
Άγιος Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία,
βαστά εικόνα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι.
Το καλαμάρι έγραφε και το χαρτί ομίλει.
― Βασίλη, πόθεν έρχεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;
― Από της μάνας μ’ έρχομαι και στο σχολειό μου πάω.
― Κάτσε να φας, κάτσε να πιείς, κάτσε να τραγουδήσεις.
― Εγώ γράμματα μάθαινα, τραγούδια δεν ηξεύρω.
― Σα δεν ηξεύρεις γράμματα [1], πες μας την αρφαβήτα.
Και στο ραβδί τ’ ακούμπησε, να πεί την αρφαβήτα.
Χλωρό ραβδί, ξερό ραβδί, χλωρά βλαστάρια επέτα
κι απάνω στα βλαστάρια του πέρδικες κελαηδούσαν.
Δεν ήταν μόνο πέρδικες, ήταν και τρυγονάκια.
Κατέβηκε η πέρδικα να βρέξει το φτερό της
κι έβρεξε τον αφέντη μας τον πολυχρονεμένο.
(Παραλλαγή:
Κάτω Παναγιά Ερυθραίας Μικράς Ασίας)
...............................
ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ
"Οι πρόσφυγες μέσα από τα “προσφυγικά κάλαντα” εκφράζουν τον κατατρεγμό τους τόσο κατα τον πρώτο διωγμό, του 1914, όσο και στον οριστικό ξεριζωμό τους το 1922,.."
ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά
δεν έχομε παρηγοριά
κι αρχή καλός μας χρόνος
εξορίστηκεν ο κόσμος.
Κι εκεί που ήρτε ο Χριστός
ήρτε κεμαλικός στρατός
μες στην Μικρά Ασία
και μας κάναν εξορία.
Και πού να στήσομε φωλιά,
ωσάν τα έρημα πουλιά.
Όλοι μάς κυνηγούνε,
και δέ θένε να μας δούνε.
Στην Πόλη στην Αγιά Σοφιά,
θα στήσουμε καμπάνες
να βγούν τα μισοφέγγαρα,
να στηριχτούν λαμπάδες.
Να βγούν οι Τούρκοι απ’ τα τζαμιά,
να φύγουν κι οι Χοτζάδες
νά ‘ρθουν τα ελληνόπαιδα,
με τους Πατριαρχάδες.
Τότες θά ‘χομε ελπίδα
πως θα πάμε στην Πατρίδα.
Και του χρόνου, εις έτη πολλά!
(Καταγραφή Μέλπως Μερλιέ, 1930)