Ανάμεσα στα περιορισμένα φιλολογικά (όχι ότι τα θεατρικά μου
είναι περισσότερα) μου ενδιαφέροντα για την παλαιά Κωμωδία και, εννοείται, τον
Αριστοφάνη, ξεχωριστή περιέργεια μου
είχε κάνει από τα νιάτα μου η φράση «ΒΗ, ΒΗ…» για την αυτονόητη σημασία της στο ζήτημα της
ζωντανής προφοράς της αρχαίας Αττικής διαλέκτου.
Η πρόσφατη όμως ενασχόληση μου με τις «Νεφέλες» με έφερε
(ανάμεσα σε διάφορα άλλα ωραία και θαυμαστά) μπροστά σε μία νέα και ιδιαίτερα
σημαντική διαπίστωσι: Πως στο αριστουργηματικό αυτό κείμενο και κορυφαίο δείγμα
της αριστοφάνειας μεγαλοφυΐας, διασώζεται μαζί με πλουσιώτατο υλικό από τον
ζωντανό λόγο των Ελλήνων του 5ου αιώνα και το μοναδικό δείγμα βρεφικής
ομιλίας σε ολόκληρη την αρχαία ελληνική γραμματεία.
Συγκεκριμένα στο παρακάτω απόσπασμα των Νεφελών (στ. 1380-1385) ο Αριστοφάνης καταγράφει, βάζοντας στο στόμα τού πρωταγωνιστή του Στρεψιάδη,* όχι μία, αλλά τρείς
λέξεις από το βασικό λεξιλόγιο των βρεφών!
*Ο ταλαίπωρος όσο και πανούργος αθηναίος Στρεψιάδης, καταγγέλλοντας
την αδικία και την υιική ασέβεια που εισπράττει, θυμίζει στον ακαμάτη και
κακομαθημένο γιό του Φειδιππίδη, ο οποίος έφτασε στο σημείο να τον δέρνει, πόσο
σωστός του στάθηκε σαν πατέρας, όταν εκείνος ήταν μωρό:
[ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ]
ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ:
Καὶ πῶς δικαίως; ὅστις, ὦναίσχυντέ, σ᾽
ἐξέθρεψα,
αἰσθανόμενός σου πάντα τραυλίζοντος, ὅ τι νοοίης.
εἰ μέν γε βρῦν εἴποις, ἐγὼ γνοὺς ἂν πιεῖν ἐπέσχον·
μαμμᾶν δ᾽ ἂν αἰτήσαντος ἧκόν σοι φέρων ἂν ἄρτον·
κακκᾶν δ᾽ ἂν οὐκ ἔφθης φράσας, κἀγὼ λαβὼν θύραζε
ἐξέφερον ἂν καὶ προὐσχόμην σε· (…)
αἰσθανόμενός σου πάντα τραυλίζοντος, ὅ τι νοοίης.
εἰ μέν γε βρῦν εἴποις, ἐγὼ γνοὺς ἂν πιεῖν ἐπέσχον·
μαμμᾶν δ᾽ ἂν αἰτήσαντος ἧκόν σοι φέρων ἂν ἄρτον·
κακκᾶν δ᾽ ἂν οὐκ ἔφθης φράσας, κἀγὼ λαβὼν θύραζε
ἐξέφερον ἂν καὶ προὐσχόμην σε· (…)
(ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ, «Νεφέλαι», στ. 1380-5)
[ΜΙΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ «ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ»]
Στρεψιάδης
Πώς δικαίως, αναιδή;
που σ’ ανέθρεψα μικρούλη, και σαν τραύλιζες παιδί
καταλάβαινα τι θάχεις στο μυαλό σου το μικράκι…
μπου σαν ήθελες ψευδίσει σου ’δινα να πιεις νεράκι,
σαν εγύρευες μαμμά σου’ φερνα ψωμί κοκό,
και σαν φώναζες κακά σ’ έπαιρνα, παιδί κακό,
κι απ’ το σπίτι μας απέξω σε βαστούσα να τα κάνεις…
(Μετάφραση: Γεωργίου Σουρή, 1900)
ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΠΑΡΑΔΟΞΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΤΟΛΜΕΣ ΑΥΘΑΙΡΕΣΙΕΣ
Οι τρεις λέξεις του πρωτοτύπου στο εν λόγω απόσπασμα:
ΒΡΥΝ, ΜΑΜΜΑΝ, ΚΑΚΚΑΝ «σηκώνουν» βεβαίως πολλή φιλολογική
συζήτησι.
Είναι φαινομενικά απαρεμφατικές εκφράσεις (η άλλη ερμηνεία
θεωρεί το τελικό «ν» ευφωνικό και απαραίτητο για το μέτρο). Σε κάθε περίπτωσι
πρόκειται για λέξεις, οι οποίες αντιστοιχούν σε βασικές ανάγκες των πολύ μικρών
παιδιών. Αυτές προφανώς τις ανάγκες τα βρέφη, μέσω των ψελλισμάτων τους προς το
γονεϊκό περιβάλλον προσπαθούν από δημιουργίας του ανθρωπίνου είδους να
καλύψουν.
Πώς λέμε «μάμ, κακά και νάνι»; Το αριστοφάνειο κείμενο στην θέσι του
τρίτου –και μάλιστα το προτάσσει—έχει την ανάγκη λήψης νερού. Κι όμως η εμφανιζόμενη
μονοσύλλαβη λέξι ΒΡΥΝ είναι “very suspicious”
(όπως θά 'λεγε ένας γνωστός αμερικανός Γκρανμαίτρ!).
Για την εδώ φωνητική αξία του «Β» ως χειλικού «μπ» (= λατινικού b) δεν υπάρχει βεβαίως καμμία αμφιβολία. (Κατα το ΒΗ, ΒΗ = "B-e-e", "b-e-e" του πολυφημισμένου αποσπάσματος του Κρατίνου, που λέγαμε). Το ίδιο σχεδόν με την ταύτισι του «Υ» με το «ου» (= λατινικό u). Αυτό που δημιουργεί πρόβλημα, είναι το «Ρ». Με δεδομένο πως δύσκολα μπορεί να αντακλά στην γλωσσική πραγματικότητα (ως γνωστόν ο φθόγγος «ρ» --λατινιστί r-- δεν εμφανίζεται καθαρά στην φωνητική δυνατότητα των βρεφών και συνήθως εκλείπει ή αργεί πολύ να κατακτηθή), δεν αποκλείεται να έχει μεταφερθή λανθασμένως πως από την αντιγραφική παράδοσι του κειμένου.
Για την εδώ φωνητική αξία του «Β» ως χειλικού «μπ» (= λατινικού b) δεν υπάρχει βεβαίως καμμία αμφιβολία. (Κατα το ΒΗ, ΒΗ = "B-e-e", "b-e-e" του πολυφημισμένου αποσπάσματος του Κρατίνου, που λέγαμε). Το ίδιο σχεδόν με την ταύτισι του «Υ» με το «ου» (= λατινικό u). Αυτό που δημιουργεί πρόβλημα, είναι το «Ρ». Με δεδομένο πως δύσκολα μπορεί να αντακλά στην γλωσσική πραγματικότητα (ως γνωστόν ο φθόγγος «ρ» --λατινιστί r-- δεν εμφανίζεται καθαρά στην φωνητική δυνατότητα των βρεφών και συνήθως εκλείπει ή αργεί πολύ να κατακτηθή), δεν αποκλείεται να έχει μεταφερθή λανθασμένως πως από την αντιγραφική παράδοσι του κειμένου.
Σε
κάθε περίπτωσι αυτό το «βρῦν» είναι hapax legomenon στην Αρχαία Γραμματεία. Ως όρος
θα μπορούσε να είναι -ποιητική αδεία- απλά μια κωμικά φορτισμένη λέξι-φράσι. Όμως από
τον παρατηρητικό και μεγαλοφυή συγγραφέα Αριστοφάνη, σ' αυτήν την περίπτωσι
ειδικά, θα περιμέναμε καί αυτή η λέξι να είναι ηχοποιημένη λέξι και όχι
συμβατικά κωμική. Μια λέξι ηχομιμητική της ποσοτικά περιορισμένης, αλλά γοητευτικά
αποτελεσματικής γλώσσας των βρεφών, όπως ΑΚΡΙΒΩΣ και οι άλλες δύο στο ίδιο
απόσπασμα. Επομένως; Μυστήριο!
Ένα ακόμα που προστίθεται στο σκοτεινό, αληθινά νεφελώδες όσον αφορά στην διακωμωδούμενη
φιγούρα του Σωκράτους, μήνυμα των «Νεφελών»!
[Η χειρόγραφη παράδοσι δεν έχει σαφείς αποδείξεις, αλλά εγώ --αυθαιρετώντας
όπως πάντα – υποπτεύομαι κάποιο lapsus calami,
λάθος δηλ. του copista (κάποιου από τους αρχικούς, τον οποίο οι υπόλοιποι
ακολούθησαν). Ο όποιος αλεξανδρινός ή ακόμα χειρότερα (πρωτο)βυζαντινός
αντιγράφος θα είχε άδικο να πιστέψη πως αυτό (άς υποθέσουμε) το μεγαλογράμματο «ΒΟΥΝ»
που θα έβλεπε (για να μην πώ…«ΒΒΥΝ» ?!) στο προς αντιγραφή χειρόγραφο, έπρεπε κάπως να το …τακτοποιήση; Ποιος
να ξέρει; ]
Ad maiora!
Πάντως διαπιστώνουμε με έκπληξι πως οι λεξούλες
"Μπου-μπού", "μαμ-μά(μ)" "κακ-κά" (εντάξει, με μια
επιφύλαξι –όπως είπαμε- για την πρώτη) δέν έχουν εδώ και 25 αιώνες αλλάξει!!
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΟΪΛΕΜΕΖΗΣ
Ακολουθεί σαν
υστερόγραφο η νεοελληνική απόδοσι του ...Σελλενίδη!
ΜΠΑΜΠΑΣ (ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ) ΣΤΟΝ ΓΙΟ ΤΟΥ:
Εγώ που σε μεγάλωσα, λίγο να με σεβόσουν!
Μωράκι σαν μπεμπέκιζες, τα καταλάβαινα όλα:
Έλεγες "μπ(ου)-μπού"· να πιεις, φρόντιζα να σου φέρω!
«Μαμ_μάμ" όταν μου ζήταγες, έτρεχα για ψωμάκι!
Κι ύστερα, πριν να πεις "κακ-κά", σε βούταγα· κι αμέσως
έξω από το πορτάκι μας, τα έκανες εμπρός μου!